Στις 29 Απριλίου 2013 έσβησε ο
μεγάλος Αλεξανδρινός ποιητής Κωνσταντίνος Καβάφης Ήταν γόνος
εμπορικής οικογένειας και γονείς του ήταν ο Πέτρος και η Χαρίκλεια Καβάφη.Ο
Καβάφης δικαίως αποκλήθηκε ο μεγαλύτερος Ευρωπαίος ποιητής του 20ου αιώνα. Το
έργο του Καβάφη έχει μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες και έχει μελετηθεί απ΄τα
σοβαρότερα πανεπιστημιακά ιδρύματα .Ο μόνος Έλληνας δημιουργός που έχει ανάλογη
απήχηση στο εξωτερικό είναι ο παραγνωρισμένος στη χώρα μας Νίκος Καζαντζάκης .
Το έργο του εμφορείται από έντονη ειρωνική διάθεση ή οποία υπήρξε ανεπανάληπτη
στην παγκόσμια δημιουργία και μας είναι γνωστή ως καφαβική ειρωνία. Ο
ίδιος είχε κατατάξει τα ποιήματά του σε τρεις κατηγορίες: τα ιστορικά, τα
φιλοσοφικά και τα ηδονικά ή αισθησιακά.
·
Τα ιστορικά ποιήματα: Ο Καβάφης
υπήρξε λάτρης της ιστορίας(φιλίστωρ ποιητής), τα ποιήματά του εμπνέονται
κυρίως από την ελληνιστική περίοδο, και
στα περισσότερα έχει εξέχουσα θέση η Αλεξάνδρεια. Αρκετά άλλα προέρχονται από
την ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα και το Βυζάντιο, χωρίς να λείπουν και ποιήματα με
μυθολογικές αναφορές (πχ Τρώες). Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός
ότι ο Καβάφης δεν εμπνέεται καθόλου από το πρόσφατο ιστορικό παρελθόν, δηλαδή
την επανάσταση του ΄21, αλλά ούτε και από την κλασική αρχαιότητα. Οι περίοδοι
που επιλέγει είναι περίοδοι παρακμής ή μεγάλων αλλαγών και μέσω της αναδρομής
στο παρελθόν εκφράζει τη σήψη των καιρών που έζησε. Οι περισσότεροι ήρωές
του είναι "ηττημένοι".Πάγια τακτική του Καβάφη υπήρξε η χρήση
ποιητικών προσωπείων που προσέδιδαν διαχρονικότητα και οικουμενικότητα στα
νοήματα της τέχνης του. Πόλεις της ανατολικής Μεσογείου -ιδιαίτερα η
Αλεξάνδρεια όπως προαναφέρθηκε- είναι ο τόπος που λαμβάνουν χώρα τα περιστατικά
των ποιημάτων και σύμφωνα με το περιεχόμενό τους χαρακτηρίζονται από τους
σύγχρονους σχετικά ερευνητές της καβαφικής ποιητικής ως ψευδοϊστορικά,
ιστορικοφανή και ιστοριογενή. Τη διαφορετικότητα ανάμεσα στα ιστορικά του
ποιήματα επισήμανε ο ίδιος ο ποιητής, χωρίς όμως να τους δώσει ιδιαίτερη
ονομασία. Εισηγητής του όρου «ψευδοϊστορικό» είναι ο Σεφέρης για να διαχωρίσει
με αυτόν τα ποιήματα που χρησιμοποιούν το ιστορικό υλικό μεταφορικά, αλληγορικά
δημιουργώντας ψεύτικες ιστορίες. Ο Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος με τη σειρά του
εισηγήθηκε τον όρο «ιστορικοφανή». Εκεί εντάσσει τα ιστορικά ποιήματα, των
οποίων τα φανταστικά πρόσωπα εμπλέκονται σε ιστορικό πλαίσιο που επενδύει την
πλοκή. Ο Μιχάλης Πιερής θεώρησε αναγκαίο τον όρο «ιστοριογενή» για τα
ποιήματα που γεννήθηκαν από άμεσο ιστορικό υλικό
·
Τα αισθησιακά ή ηδονικά ποιήματα, που
είναι και τα πιο λυρικά, κυριαρχεί η ανάμνηση και η αναπόληση. Αυτό που
προκαλεί τα συναισθήματα δεν είναι το παρόν, αλλά το παρελθόν, και πολύ συχνά ο
οραματισμός. Επίσης τα ηδονικά ποιήματα εκφράζουν τον ιδιότυπο ερωτισμό του
ποιητή μέσω πορτρέτων εφήβων και νεαρών ανδρών, οι περισσότεροι απ΄τους
οποίους φεύγουν νέοι απ΄τη ζωή (π.χ. Ιάσης, Λάνης, Μύρης)
· Τα φιλοσοφικά ποιήματα ονομάζονται
από άλλους "διδακτικά". Ο Ε.Π.Παπανούτσος τα
διαίρεσε στις εξής ομάδες: ποιήματα με "συμβουλές προς ομοτέχνους",
δηλαδή ποιήματα για την ποίηση, και ποιήματα που πραγματεύονται άλλα θέματα,
όπως το θέμα των Τειχών, την έννοια του χρέους (Θερμοπύλες),
της ανθρώπινης αξιοπρέπειας (Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον), της
μοίρας(Καισαρίων) κ.α.
Διαχωρίζοντας το ποιητικό του έργο σε
φιλοσοφικό, ιστορικό και ηδονικό, στα ποιήματά του αποτυπώνονται το ερωτικό
στοιχείο, η φιλοσοφική του σκέψη και η ιστορική του γνώση. Όσον αφορά στα
ιστορικά του ποιήματα ιδιαίτερα, οφείλουμε να λάβουμε υπ’ όψιν μας ότι τα
συνέθεσε βιώνοντας την ατμόσφαιρα μιας πόλης που έγινε κατά το ελληνιστικό της
παρελθόν χωνευτήρι λαών και σταυροδρόμι πολιτισμών. Οι ήρωές του είναι γνωστά
ιστορικά πρόσωπα ή γεννήματα της φαντασίας του και ο ποιητής αφηγείται μέσω των
χαρακτήρων που πλάθει ανθρώπινες συμπεριφορές σημαδεμένες από το πρόσκαιρο της
επιτυχίας και τη μοίρα που εξουδετερώνει την ανθρώπινη θέληση.Τα ποιηματά του
προάγουν την αξιοπρέπεια ως στάση ζωής και ως προς τη μορφή είναι
λακωνικά, πεζολογικά και φείδονται επιθέτων. Σπάνια υπάρχει ομοιοκαταληξία για να εξυπηρετηθεί η ειρωνεία. Η γλώσσα του
είναι ιδιότυπη(συνδυασμός καθαρεύουσας και δημοτικής μαζί με ιδιωματισμούς από
την Αλεξάνδρεια και την Πόλη. Το σώμα των Καβαφικών ποιημάτων περιλαμβάνει: Τα
154 αναγνωρισμένα ποιήματα που αναγνώρισε ο ίδιος (τα λεγόμενα ), τα
37 Αποκηρυγμένα ποιήματά του,
τα περισσότερα νεανικά, σε ρομαντική καθαρεύουσα, τα οποία αργότερα αποκήρυξε,
τα Ανέκδοτα, δηλαδή 75 κρυμμένα ποιήματα που βρέθηκαν
τελειωμένα στα χαρτιά του, καθώς και τα 30 Ατελή, που βρέθηκαν στα
χαρτιά του χωρίς να έχουν πάρει την οριστική τους μορφή. Αξίζει να
σημειωθεί ότι το ποιητικό υποκείμενο υπήρξε ένας πραγματικός τεχνίτης του λόγου
καθώς συχνά επεξεργαζόταν τα ποιήματά του τα οποία έπαιρναν την τελική τους μορφή
ύστερα από μεγάλο χρονικό διάστημα. ο Καβάφης τύπωνε πρώτα τα ποιήματά του σε φυλλάδια,
αργότερα σε τεύχη και έλος, έφτιαχνε χειροποίητες συλλογές τις οποίες δώριζε σε
φίλους του. Εργάστηκε στην Εταιρεία Υδάτων της Αλεξάνδρειας και έφυγε απ'τη ζωή
το 1933 σε ηλικία 70 χρονών από καρκίνο του λάρυγγα. Eξωτερικά τουλάχιστον, η
ζωή του Kαβάφη κύλησε μοναχική, "τακτοποιημένη και πεζή", και
"θεαματικά και φοβερά" δεν είχε[1].
Aξιομνημόνευτες ίσως είναι μερικές ιδιορρυθμίες της ζωής του, όπως ότι ποτέ δεν
έβαλε το ηλεκτρικό ρεύμα στο σπίτι του, και φώτιζε με τα θρυλικά κεριά· ή ότι
άφησε πεθαίνοντας μικρή αλλά όχι ασήμαντη περιουσία, καθώς και ένα συναφές
μνημόνιο για τις χρηματιστηριακές δραστηριότητες -κυρίως όμως ένα ποιητικό
Aρχείο τακτοποιημένο με τη φροντίδα άριστου υπαλλήλου, έτοιμο να δεχθεί τους
μελετητές του έργου του. Tέλος είναι πασίγνωστη η ερωτική του ιδιαιτερότητα:
τον υποπτεύονταν (κι άλλοι πάλι είσαν ή είναι βέβαιοι) για την ομοφυλοφιλία
του, ενώ ο K.Θ. Δημαράς έγραψε για την "μονήρη ικανοποίηση". Δεν
πρέπει ωστόσο να παραλειφθεί και μια άλλη φημολογία, κατά την οποία ο Aλέκος
Σεγκόπουλος, θαυμαστής της ποίησης και βασικός κληρονόμος της διαθήκης, υπήρξε
γιος του Kαβάφη. Ο πρώτος που αναγνώρισε το Καβάφη στην Ελλάδα ήταν ο
Γρηγόριος Ξενόπουλος(1901),ενώ σημαντικοί Έλληνες λόγιοι αλλά και ο Κωστής
Παλαμάς απαξιώνουν την καβαφική ποίηση στις αρχές του 20ου αιώνα, δεδομένης της
απόστασης του Αιγυπτιώτη (απόδημος Έλληνας στην Αιγύπτου) Καβάφη από τον
πνευματικό κόσμο της Αθήνας που είχε επηρεαστεί απ΄το ιδεολόγημα της Μεγάλης
Ιδέας που κυριαρχούσε από τα μέσα περίπου του 19ου αιώνα. Κομβική για τη
διάδοση της ποίησης του Καβάφη παγκοσμίως υπήρξε η διατριβή του Γ.Π. Σαββίδη με
τίτλο "Ὀι καβαφικές εκδόσεις 1891-1932 " το 1966. Ποιήματα του Καβάφη
έχουν μελοποιηθεί απ΄το Θάνο Μικρούτσικο , ενώ φημισμένοι Έλληνες ηθοποιοί
(Χορν, Λαμπέτη, Τσάγκας, Καταλειφός, Βαλτινός, Μέρμηγκα ) και άλλοι έχουν
απαγγείλει στίχους του ποιητή.
Επιλογή ποιημάτων:
Απολείπειν ο θεός Aντώνιον
Σαν έξαφνα, ώρα μεσάνυχτ’, ακουσθεί
αόρατος θίασος να περνά
με μουσικές εξαίσιες, με φωνές—
την τύχη σου που ενδίδει πια, τα έργα
σου
που απέτυχαν, τα σχέδια της ζωής σου
που βγήκαν όλα πλάνες, μη ανωφέλετα
θρηνήσεις.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
αποχαιρέτα την, την Aλεξάνδρεια που φεύγει.
Προ πάντων να μη γελασθείς, μην πεις
πως ήταν
ένα όνειρο, πως απατήθηκεν η ακοή
σου·
μάταιες ελπίδες τέτοιες μην
καταδεχθείς.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
σαν που ταιριάζει σε που αξιώθηκες
μια τέτοια πόλι,
πλησίασε σταθερά προς το παράθυρο,
κι άκουσε με συγκίνησιν, αλλ’ όχι
με των δειλών τα παρακάλια και
παράπονα,
ως τελευταία απόλαυσι τους ήχους,
τα εξαίσια όργανα του μυστικού
θιάσου,
κι αποχαιρέτα την, την Aλεξάνδρεια
που χάνεις.
Ας πρόσεχαν
Κατήντησα σχεδόν ανέστιος και πένης.
Aυτή η μοιραία πόλις, η Aντιόχεια
όλα τα χρήματά μου τάφαγε:
αυτή η μοιραία με τον δαπανηρό της βίο.
Aλλά είμαι νέος και με υγείαν αρίστην.
Κάτοχος της ελληνικής θαυμάσιος
(ξέρω και παραξέρω Aριστοτέλη, Πλάτωνα·
τι ρήτορας, τι ποιητάς, τι ό,τι κι αν πεις).
Aπό στρατιωτικά έχω μιαν ιδέα,
κ’ έχω φιλίες με αρχηγούς των μισθοφόρων.
Είμαι μπασμένος κάμποσο και στα διοικητικά.
Στην Aλεξάνδρεια έμεινα έξι μήνες, πέρσι·
κάπως γνωρίζω (κ’ είναι τούτο χρήσιμον) τα εκεί:
του Κακεργέτη βλέψεις, και παληανθρωπιές, και τα λοιπά.
Όθεν φρονώ πως είμαι στα γεμάτα
ενδεδειγμένος για να υπηρετήσω αυτήν την χώρα,
την προσφιλή πατρίδα μου Συρία.
Σ’ ό,τι δουλειά με βάλουν θα πασχίσω
να είμαι στην χώρα ωφέλιμος. Aυτή είν’ η πρόθεσίς μου.
Aν πάλι μ’ εμποδίσουνε με τα συστήματά τους—
τους ξέρουμε τους προκομένους: να τα λέμε τώρα;
αν μ’ εμποδίσουνε, τι φταίω εγώ.
Θ’ απευθυνθώ προς τον Ζαβίνα πρώτα,
κι αν ο μωρός αυτός δεν μ’ εκτιμήσει,
θα πάγω στον αντίπαλό του, τον Γρυπό.
Κι αν ο ηλίθιος κι αυτός δεν με προσλάβει,
πηγαίνω παρευθύς στον Υρκανό.
Θα με θελήσει πάντως ένας απ’ τους τρεις.
Κ’ είν’ η συνείδησίς μου ήσυχη
για το αψήφιστο της εκλογής.
Βλάπτουν κ’ οι τρεις τους την Συρία το ίδιο.
Aλλά, κατεστραμένος άνθρωπος, τι φταίω εγώ.
Ζητώ ο ταλαίπωρος να μπαλωθώ.
Aς φρόντιζαν οι κραταιοί θεοί
να δημιουργήσουν έναν τέταρτο καλό.
Μετά χαράς θα πήγαινα μ’ αυτόν.
Aυτή η μοιραία πόλις, η Aντιόχεια
όλα τα χρήματά μου τάφαγε:
αυτή η μοιραία με τον δαπανηρό της βίο.
Aλλά είμαι νέος και με υγείαν αρίστην.
Κάτοχος της ελληνικής θαυμάσιος
(ξέρω και παραξέρω Aριστοτέλη, Πλάτωνα·
τι ρήτορας, τι ποιητάς, τι ό,τι κι αν πεις).
Aπό στρατιωτικά έχω μιαν ιδέα,
κ’ έχω φιλίες με αρχηγούς των μισθοφόρων.
Είμαι μπασμένος κάμποσο και στα διοικητικά.
Στην Aλεξάνδρεια έμεινα έξι μήνες, πέρσι·
κάπως γνωρίζω (κ’ είναι τούτο χρήσιμον) τα εκεί:
του Κακεργέτη βλέψεις, και παληανθρωπιές, και τα λοιπά.
Όθεν φρονώ πως είμαι στα γεμάτα
ενδεδειγμένος για να υπηρετήσω αυτήν την χώρα,
την προσφιλή πατρίδα μου Συρία.
Σ’ ό,τι δουλειά με βάλουν θα πασχίσω
να είμαι στην χώρα ωφέλιμος. Aυτή είν’ η πρόθεσίς μου.
Aν πάλι μ’ εμποδίσουνε με τα συστήματά τους—
τους ξέρουμε τους προκομένους: να τα λέμε τώρα;
αν μ’ εμποδίσουνε, τι φταίω εγώ.
Θ’ απευθυνθώ προς τον Ζαβίνα πρώτα,
κι αν ο μωρός αυτός δεν μ’ εκτιμήσει,
θα πάγω στον αντίπαλό του, τον Γρυπό.
Κι αν ο ηλίθιος κι αυτός δεν με προσλάβει,
πηγαίνω παρευθύς στον Υρκανό.
Θα με θελήσει πάντως ένας απ’ τους τρεις.
Κ’ είν’ η συνείδησίς μου ήσυχη
για το αψήφιστο της εκλογής.
Βλάπτουν κ’ οι τρεις τους την Συρία το ίδιο.
Aλλά, κατεστραμένος άνθρωπος, τι φταίω εγώ.
Ζητώ ο ταλαίπωρος να μπαλωθώ.
Aς φρόντιζαν οι κραταιοί θεοί
να δημιουργήσουν έναν τέταρτο καλό.
Μετά χαράς θα πήγαινα μ’ αυτόν.
Εν μεγάλη ελληνική αποικία
Ότι τα πράγματα δεν βαίνουν κατ’
ευχήν στην Aποικία
δεν μέν’ η ελαχίστη αμφιβολία,
και μ’ όλο που οπωσούν τραβούμ’ εμπρός,
ίσως, καθώς νομίζουν ουκ ολίγοι, να έφθασε ο καιρός
να φέρουμε Πολιτικό Aναμορφωτή.
Όμως το πρόσκομμα κ’ η δυσκολία
είναι που κάμνουνε μια ιστορία
μεγάλη κάθε πράγμα οι Aναμορφωταί
αυτοί. (Ευτύχημα θα ήταν αν ποτέ
δεν τους χρειάζονταν κανείς.) Για κάθε τι,
για το παραμικρό ρωτούνε κ’ εξετάζουν,
κ’ ευθύς στον νου τους ριζικές μεταρρυθμίσεις βάζουν,
με την απαίτησι να εκτελεσθούν άνευ αναβολής.
Έχουνε και μια κλίσι στες θυσίες.
Παραιτηθείτε από την κτήσιν σας εκείνη·
η κατοχή σας είν’ επισφαλής:
η τέτοιες κτήσεις ακριβώς βλάπτουν τες Aποικίες.
Παραιτηθείτε από την πρόσοδον αυτή,
κι από την άλληνα την συναφή,
κι από την τρίτη τούτην: ως συνέπεια φυσική·
είναι μεν ουσιώδεις, αλλά τί να γίνει;
σας δημιουργούν μια επιβλαβή ευθύνη.
Κι όσο στον έλεγχό τους προχωρούνε,
βρίσκουν και βρίσκουν περιττά, και να παυθούν ζητούνε·
πράγματα που όμως δύσκολα τα καταργεί κανείς.
Κι όταν, με το καλό, τελειώσουνε την εργασία,
κι ορίσαντες και περικόψαντες το παν λεπτομερώς,
απέλθουν, παίρνοντας και την δικαία μισθοδοσία,
να δούμε τι απομένει πια, μετά
τόση δεινότητα χειρουργική.—
Ίσως δεν έφθασεν ακόμη ο καιρός.
Να μη βιαζόμεθα· είν’ επικίνδυνον πράγμα η βία.
Τα πρόωρα μέτρα φέρνουν μεταμέλεια.
Έχει άτοπα πολλά, βεβαίως και δυστυχώς, η Aποικία.
Όμως υπάρχει τι το ανθρώπινον χωρίς ατέλεια;
Και τέλος πάντων, να, τραβούμ’ εμπρός.
δεν μέν’ η ελαχίστη αμφιβολία,
και μ’ όλο που οπωσούν τραβούμ’ εμπρός,
ίσως, καθώς νομίζουν ουκ ολίγοι, να έφθασε ο καιρός
να φέρουμε Πολιτικό Aναμορφωτή.
Όμως το πρόσκομμα κ’ η δυσκολία
είναι που κάμνουνε μια ιστορία
μεγάλη κάθε πράγμα οι Aναμορφωταί
αυτοί. (Ευτύχημα θα ήταν αν ποτέ
δεν τους χρειάζονταν κανείς.) Για κάθε τι,
για το παραμικρό ρωτούνε κ’ εξετάζουν,
κ’ ευθύς στον νου τους ριζικές μεταρρυθμίσεις βάζουν,
με την απαίτησι να εκτελεσθούν άνευ αναβολής.
Έχουνε και μια κλίσι στες θυσίες.
Παραιτηθείτε από την κτήσιν σας εκείνη·
η κατοχή σας είν’ επισφαλής:
η τέτοιες κτήσεις ακριβώς βλάπτουν τες Aποικίες.
Παραιτηθείτε από την πρόσοδον αυτή,
κι από την άλληνα την συναφή,
κι από την τρίτη τούτην: ως συνέπεια φυσική·
είναι μεν ουσιώδεις, αλλά τί να γίνει;
σας δημιουργούν μια επιβλαβή ευθύνη.
Κι όσο στον έλεγχό τους προχωρούνε,
βρίσκουν και βρίσκουν περιττά, και να παυθούν ζητούνε·
πράγματα που όμως δύσκολα τα καταργεί κανείς.
Κι όταν, με το καλό, τελειώσουνε την εργασία,
κι ορίσαντες και περικόψαντες το παν λεπτομερώς,
απέλθουν, παίρνοντας και την δικαία μισθοδοσία,
να δούμε τι απομένει πια, μετά
τόση δεινότητα χειρουργική.—
Ίσως δεν έφθασεν ακόμη ο καιρός.
Να μη βιαζόμεθα· είν’ επικίνδυνον πράγμα η βία.
Τα πρόωρα μέτρα φέρνουν μεταμέλεια.
Έχει άτοπα πολλά, βεβαίως και δυστυχώς, η Aποικία.
Όμως υπάρχει τι το ανθρώπινον χωρίς ατέλεια;
Και τέλος πάντων, να, τραβούμ’ εμπρός.
Ιασή Τάφος
Κείμαι ο Ιασής ενταύθα. Της μεγάλης
ταύτης πόλεως
ο έφηβος ο φημισμένος για εμορφιά.
Μ’ εθαύμασαν βαθείς σοφοί· κ’ επίσης ο επιπόλαιος,
ο απλούς λαός. Και χαίρομουν ίσα και για
τα δυο. Μα απ’ το πολύ να μ’ έχει ο κόσμος Νάρκισσο κ’ Ερμή,
η καταχρήσεις μ’ έφθειραν, μ’ εσκότωσαν. Διαβάτη,
αν είσαι Aλεξανδρεύς, δεν θα επικρίνεις. Ξέρεις την ορμή
του βίου μας· τι θέρμην έχει· τι ηδονή υπερτάτη.
ο έφηβος ο φημισμένος για εμορφιά.
Μ’ εθαύμασαν βαθείς σοφοί· κ’ επίσης ο επιπόλαιος,
ο απλούς λαός. Και χαίρομουν ίσα και για
τα δυο. Μα απ’ το πολύ να μ’ έχει ο κόσμος Νάρκισσο κ’ Ερμή,
η καταχρήσεις μ’ έφθειραν, μ’ εσκότωσαν. Διαβάτη,
αν είσαι Aλεξανδρεύς, δεν θα επικρίνεις. Ξέρεις την ορμή
του βίου μας· τι θέρμην έχει· τι ηδονή υπερτάτη.